ΠΑΜΦΙΛΑ
Πάμφιλα , το χωριό βρίσκεται 7 χιλιόμετρα βόρεια της πρωτεύουσας του νομού Λέσβου, Μυτιλήνης. Θεωρείται το «κεφαλοχώρι» της περιφέρειας και είναι το βορειότερο της Δημοτικής Ενότητας Μυτιλήνης του Δήμου Λέσβου. Είναι χτισμένο σε 50 μέτρα ύψόμετρο πάνω από την θάλασσα και απλώνεται σε δυο λόφους , ο ένας είναι το «Βουνάρι» και ο άλλος ο «Ατήγανος». Με τις σημερινές γεωμορφολογικές συνθήκες υπάρχει μερική οπτική επαφή με την θάλασσα, γεγονός που προκαλεί ερωτηματικά σχετικά με την ασφάλεια του χωριού σε περίπτωση πειρατικής επιδρομής. Φαίνεται πως η έλλειψη οχυρού ,στο οποίο θα κατέφευγαν οι κάτοικοι σε τέτοια περίπτωση , αναπλήρωνε η ύπαρξη των λεγόμενων πύργων.
Τέτοιου είδους πύργοι θεωρούνται οι σωζόμενες σήμερα κατοικίες παλιά αρχοντικά του Χατζησάββα(1805), των Βοστάνηδων, του Σάλτα(1842) και του Κοντάρα (1869 ή 1756) καθώς και πλήθος άλλων εγκαταλελειμμένων.
Η παλαιότερη μέχρι στιγμής αναφορά για το χωριό γίνεται το 1566/7 και βρίσκεται στο βιβλίο «Η ΛΕΣΒΙΑΣ ΩΔΗ» (1850) του Σταυράκη Αναγνώστη ο οποίος αντέγραψε από τον απολεσθέντα παλαιότερο κώδικα της Μητροπόλεως Μυτιλήνης σχετικό κατάλογο των υπαγόμενων στην Μητρόπολη χωριών.
Το χωριό κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας άνηκε στον καζά της Μυτιλήνης ο οποίος καταλάμβανε ολόκληρο το ανατολικό μέρος του νησιού με έκταση ίση με εκείνη που είχαν οι τρεις άλλες περιοχές μαζί. Λόγω του μεγάλου μεγέθους του ήταν υποδιαιρεμένος σε πέντε hahiye, που διοικούνταν από έναν Naib, βοηθό καδή. Τα Πάμφιλα άνηκαν στην υποπεριοχή με την ονομασία Etraf-I Sehir (περίχωρα πόλης) στην οποία άνηκαν και τα χωριά Αφάλωνας, Αλυφαντά, Χάλικας , Λουτρά, Αγία Μαρίνα, Πληγώνι, Μόρια ,Βαρειά, Λουτρά Θερμής (Sari Ilica). Αξίζει να αναφερθεί ότι στα χρόνια της Τουρκοκρατίας πολλοί από τους κατοίκους μετέβαιναν στις απέναντι πόλεις της Μικράς Ασίας και επιδίδονταν σε εμπόριο και σε διάφορες βιομηχανικές εργασίες και έτσι κατάφερναν να αποκτήσουν μεγάλη περιουσία.
Από τις αρχές του 19ου αιώνα αρχίζουμε να έχουμε αναφορές σχετικά με τον πληθυσμό του χωριού. Το χωριό Πάμφιλα αναφέρεται συχνά και στους σωζόμενους μητροπολιτικούς κώδικες οι οποίοι χρονολογούνται από το 1700. ο Οικ. Τάξης γράφει ότι κατά το 1850 το χωριό είχε 550 οικογένειες. Σύμφωνα με την φορολογική απογραφή του 1840 καταγράφηκαν στα Πάμφιλα 186 οικογένειες, όμως λέγεται ότι ο πραγματικός αριθμός ήταν πολύ μεγαλύτερος. Το 1849 τα Πάμφιλα διέθεταν 300 σπίτια ενώ κατά το έτος 1863 αναφέρονται 193 οικογένειες από δυο διαφορετικές πήγες. Η πρώτη είναι από το αρχείο του Δήμου Πολυχνίτου «Βιβλίο πωλητηρίων (Πολυχνίτου) την 11η Αυγούστου το 1863» καθώς και από το αρχείο της κοινότητος Τενέδου «Aναλογία Πατριαρχικό-αρχιερατικής επιχορηγήσεως της επαρχίας Μυτιλήνης εν Μυτιλήνη την 9 Αυγούστου 1863». Το 1908 υπήρχαν 550 σπίτια ενώ η πρώτη επίσημη ελληνική απογραφή είναι αυτή του 1920 κατέγραψε στο χωριό έναν πληθυσμό 1757 κατοίκων. Ο μεγαλύτερος πληθυσμός καταγράφεται το 1928 όπου τα Πάμφιλα έχουν 2198 κατοίκους. Τέλος στην απογραφή του 2001 το χωριό έχει 1308 κατοίκους.
Γεώργιος Θεμ. Κλειδαράς
Δάσκαλος
Βιβλιογραφία
Τέτοιου είδους πύργοι θεωρούνται οι σωζόμενες σήμερα κατοικίες παλιά αρχοντικά του Χατζησάββα(1805), των Βοστάνηδων, του Σάλτα(1842) και του Κοντάρα (1869 ή 1756) καθώς και πλήθος άλλων εγκαταλελειμμένων.
Η παλαιότερη μέχρι στιγμής αναφορά για το χωριό γίνεται το 1566/7 και βρίσκεται στο βιβλίο «Η ΛΕΣΒΙΑΣ ΩΔΗ» (1850) του Σταυράκη Αναγνώστη ο οποίος αντέγραψε από τον απολεσθέντα παλαιότερο κώδικα της Μητροπόλεως Μυτιλήνης σχετικό κατάλογο των υπαγόμενων στην Μητρόπολη χωριών.
Το χωριό κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας άνηκε στον καζά της Μυτιλήνης ο οποίος καταλάμβανε ολόκληρο το ανατολικό μέρος του νησιού με έκταση ίση με εκείνη που είχαν οι τρεις άλλες περιοχές μαζί. Λόγω του μεγάλου μεγέθους του ήταν υποδιαιρεμένος σε πέντε hahiye, που διοικούνταν από έναν Naib, βοηθό καδή. Τα Πάμφιλα άνηκαν στην υποπεριοχή με την ονομασία Etraf-I Sehir (περίχωρα πόλης) στην οποία άνηκαν και τα χωριά Αφάλωνας, Αλυφαντά, Χάλικας , Λουτρά, Αγία Μαρίνα, Πληγώνι, Μόρια ,Βαρειά, Λουτρά Θερμής (Sari Ilica). Αξίζει να αναφερθεί ότι στα χρόνια της Τουρκοκρατίας πολλοί από τους κατοίκους μετέβαιναν στις απέναντι πόλεις της Μικράς Ασίας και επιδίδονταν σε εμπόριο και σε διάφορες βιομηχανικές εργασίες και έτσι κατάφερναν να αποκτήσουν μεγάλη περιουσία.
Από τις αρχές του 19ου αιώνα αρχίζουμε να έχουμε αναφορές σχετικά με τον πληθυσμό του χωριού. Το χωριό Πάμφιλα αναφέρεται συχνά και στους σωζόμενους μητροπολιτικούς κώδικες οι οποίοι χρονολογούνται από το 1700. ο Οικ. Τάξης γράφει ότι κατά το 1850 το χωριό είχε 550 οικογένειες. Σύμφωνα με την φορολογική απογραφή του 1840 καταγράφηκαν στα Πάμφιλα 186 οικογένειες, όμως λέγεται ότι ο πραγματικός αριθμός ήταν πολύ μεγαλύτερος. Το 1849 τα Πάμφιλα διέθεταν 300 σπίτια ενώ κατά το έτος 1863 αναφέρονται 193 οικογένειες από δυο διαφορετικές πήγες. Η πρώτη είναι από το αρχείο του Δήμου Πολυχνίτου «Βιβλίο πωλητηρίων (Πολυχνίτου) την 11η Αυγούστου το 1863» καθώς και από το αρχείο της κοινότητος Τενέδου «Aναλογία Πατριαρχικό-αρχιερατικής επιχορηγήσεως της επαρχίας Μυτιλήνης εν Μυτιλήνη την 9 Αυγούστου 1863». Το 1908 υπήρχαν 550 σπίτια ενώ η πρώτη επίσημη ελληνική απογραφή είναι αυτή του 1920 κατέγραψε στο χωριό έναν πληθυσμό 1757 κατοίκων. Ο μεγαλύτερος πληθυσμός καταγράφεται το 1928 όπου τα Πάμφιλα έχουν 2198 κατοίκους. Τέλος στην απογραφή του 2001 το χωριό έχει 1308 κατοίκους.
Γεώργιος Θεμ. Κλειδαράς
Δάσκαλος
Βιβλιογραφία
- Αναγνώστου, Σταυράκης (2000). Η Λεσβιάς Ωδή ή Ιστορικόν εγκώμιον της Νήσου Λέσβου (Φωτοτυπημένη επανέκδοση της πρώτης έκδοσης του 1950). Μυτιλήνη
- Αξιώτης, Μ. (1992). Περπατώντας τη Λέσβο Τομ. Α' & Β'. Μυτιλήνη
- Αριστείδου, Γ. (1999). Τετραλογία Πανηγυρική (Φωτοτυπημένη επανέκδοση της πρώτης εκδόσεως του 1893). Μυτιλήνη
- Ιστορικό Αρχείο Όμηρου Κοντούλη. Απογραφές Ν. Λέσβου (19ος - 20ος αι.)
- Καρύδης, Δ. Ν. & Kiel, M. (2000). Μυτιλήνης Αστυγραφία και Λέσβου Χωρογραφία (15ος - 19ος αι.). Αθήνα: Ολκός
- Λύτρας, Σ. (1985). Λαογραφικά. Αθήνα